Ελληνικός Πολιτισμός

Ο πολιτισμός της Ελλάδας εξελίχθηκε εδώ και χιλιάδες χρόνια, ξεκινώντας από τη Μυκηναϊκή Ελλάδα, συνεχίζοντας κυρίως στην Ελλάδα της κλασικής εποχής, μέσω της επιρροής της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και της διαδόχου της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Άλλοι πολιτισμοί και κράτη όπως η Περσική Αυτοκρατορία και οι Φράγκικες Πολιτείες, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, η Δημοκρατία της Βενετίας, η Δημοκρατία της Γένοβας και η Βρετανική Αυτοκρατορία έχουν αφήσει επίσης την επιρροή τους στον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό, αλλά οι ιστορικοί πιστώνουν τον Ελληνικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας αναζωογονώντας την Ελλάδα και δημιουργώντας μια ενιαία οντότητα της πολύπλευρης κουλτούρας της.

Στην αρχαιότητα, η Ελλάδα ήταν η γενέτειρα του δυτικού πολιτισμού και της δημοκρατίας. Οι σύγχρονες δημοκρατίες οφείλουν χρέος στις ελληνικές πεποιθήσεις στην κυβέρνηση από τον λαό, στη δίκη με ενόρκους και στην ισότητα βάσει του νόμου. Οι αρχαίοι Έλληνες πρωτοστάτησαν σε πολλά πεδία που βασίζονται στη συστηματική σκέψη, όπως στη βιολογία, στη γεωμετρία, στην ιστορία,στη φιλοσοφία και στη φυσική. Εισήγαγαν τόσο σημαντικές λογοτεχνικές μορφές όπως την επική και λυρική ποίηση, την ιστορία, την τραγωδία και την κωμωδία. Κατά την επιδίωξη της τάξης και της αναλογίας, οι Έλληνες δημιούργησαν ένα ιδεώδες ομορφιάς που επηρέασε έντονα τη δυτική τέχνη.

Κλασική εποχή

Με τον όρο κλασική εποχή αναφέρεται η χρονική περίοδος της αρχαίας ελληνικής ιστορίας, περίπου 200 χρόνων, από το 499 π.Χ. έως το 323 π.Χ., κατά την οποία υπήρξε ραγδαία άνθιση στον χώρο του πολιτισμού. Πήρε το όνομά της από τα υψηλά επιτεύγματα που σημειώθηκαν εκείνη την περίοδο.

Τα ιστορικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της εποχής

Ο 5ος και ο 4ος αιώνας π.Χ. είναι η εποχή της ακμής ορισμένων πόλεων-κρατών και της μετέπειτα επικράτησης της Μακεδονίας. Ο 5ος αιώνας είναι ο αιώνας της σταθερότητας, καθώς όλος ο ελληνικός κόσμος οργανώνεται σε συμμαχίες γύρω από το δίπολο Αθήνα-Σπάρτη. Ο 4ος αιώνας είναι ο αιώνας της πολυδιάσπασης των δυνάμεων του ελληνικού κόσμου (με τη σπαρτιατική, έπειτα τη θηβαϊκή ηγεμονία και στη συνέχεια τη Β’ αθηναϊκή συμμαχία), με αποτέλεσμα την αστάθεια, τις συχνές περσικές παρεμβάσεις αλλά και τη διαμόρφωση της πανελλήνιας ιδέας, με κύριο εκπρόσωπο τον Ισοκράτη, ο οποίος αναζητούσε έναν ισχυρό ηγεμόνα για να συνενώσει τους Έλληνες εναντίον των Περσών. Τότε διατυπώθηκε και η άποψη περί μίας εξέχουσας προσωπικότητας που άνοιξε το δρόμο για την επικράτηση της μοναρχίας επί του συστήματος πολιτικής οργάνωσης των πόλεων-κρατών. Η ελληνική συνείδηση είχε διαμορφωθεί ήδη την πρώιμη αρχαϊκή εποχή. Πρώτη γραπτή μαρτυρία είναι ο όρος πανέλληνες που απαντάται στον Ησίοδο, περί το 700 π.Χ..

Μορφές διακρατικών σχέσεων

Την περίοδο αυτή συναντάμε την ανάπτυξη όλων των μορφών διακρατικών σχέσεων μεταξύ των ελληνικών κρατών, τόσο πολιτικών όσο και θρησκευτικών ενώσεων. Συνήφθησαν, λοιπόν:

  • διμερείς συνθήκες, με επίσημη ονομασία συνθήκη
  • πολυμερείς συμμαχίες
  • συνοικισμοί πόλεων
  • ομοσπονδιακά κράτη και
  • θρησκευτικές ενώσεις, με κατ’ εξοχήν την αμφικτιονία των Δελφών.

Πιο σημαντικές ήταν οι πολυμερείς ενώσεις διότι συνένωναν μεγαλύτερα τμήματα του ελληνικού χώρου και ήταν πιο αποτελεσματικές από οργανωτική άποψη, όπως π.χ. η Α’ Αθηναϊκή Συμμαχία.

Αυξημένη χρήση γραπτού λόγου

Από το τέλος των Περσικών Πολέμων έχουμε ευρεία χρήση του γραπτού λόγου: στην τραγωδία και στην αύξηση του αριθμού των δημόσιων και ιδιωτικών επιγραφών. Καθιερώθηκε, ακόμη, η αποτύπωση του εθνικού ονόματος στον οπισθότυπο των νομισμάτων (το εθνικό όνομα παραγόταν από τοπωνύμια ή από ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές). Συνέβαλε η λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος και οι πολυμερείς σχέσεις. Οι πολιτικές συνθήκες οδήγησαν στην ανάπτυξη καινούργιων ειδών γραπτού λόγου, όπως η αττική πεζογραφία και το δράμα. Νέα είδη του γραπτού λόγου είναι η ιστοριογραφία (δημιούργημα της πρώιμης κλασικής περιόδου), το δοκίμιο, η βιογραφία, το μυθιστόρημα. Τα θέματα του δράματος είναι σύγχρονα γεγονότα και καταστάσεις (π.χ. η «Μιλήτου άλωσις», οι «Πέρσαι») όπως και οι κωμωδίες του Αριστοφάνη. Ο Ηρόδοτος συγγράφει την ιστορία των περσικών πολέμων και ο Θουκυδίδης αυτή του Πελοποννησιακού πολέμου. Ο Ξενοφώντας συνεχίζει τη διήγηση του Θουκυδίδη μέχρι το 362 π.Χ..

Η πολιτική φιλοσοφία ασχολείται με ζητήματα πολιτικής πράξης και θεωρίας. Οι ρήτορες εκφωνούν λόγους για πραγματικά ζητήματα της εξωτερικής και της εσωτερικής πολιτικής κατάστασης. Οι επιστήμες αναπτύσσονται ιδιαίτερα εκείνη την περίοδο, κυρίως η ιατρική, τα μαθηματικά, η φιλοσοφία.

Αρχαίες πηγές και ιστορικοί της εποχής

Περσικοί πόλεμοι

Σύγχρονες των γεγονότων των περσικών πολέμων πηγές είναι τα επιγράμματα του Σιμωνίδη από την Κέα και η τραγωδία του Αισχύλου «Πέρσαι» (472 π.Χ.). Μεταγενέστερες πηγές είναι ο Ηρόδοτος από την Αλικαρνασσό (485-425 π.Χ.), το έργο του οποίου «Ιστορίαι» έχει μεγάλη ιστορική αξία. Στο έργο του περιέγραψε τη σύγκρουση Ελλήνων και Περσών μέχρι την κατάληψη της Σηστού από τους Έλληνες (479 π.Χ.) Ο Κικέρων τον αποκάλεσε πατέρα της ιστορίας. Τα εννέα βιβλία του έργου έχουν τα ονόματα των εννέα Μουσών. Κεντρική ιδέα του έργου του Ηροδότου είναι η αντιπαλότητα Ελλήνων και Περσών, Ευρώπης και Ασίας. Επίσης, μας δίνει πληροφορίες και για τα γεγονότα του δευτέρου μισού του 6ου π.Χ. αιώνα. Η ιστορική του συγγραφή βασιζόταν στην αυτοψία, την προσωπική έρευνα και την προφορική παράδοση, πληροφορίες, δηλαδή, που έπαιρνε από πρόσωπα με γνώση των γεγονότων. Ταξίδεψε στον Εύξεινο Πόντο, τη Μικρά Ασία, τη Μεσοποταμία, τη Φοινίκη, την Αίγυπτο, στη Σικελία και στην Κάτω Ιταλία. Πληροφορίες για τους Περσικούς πολέμους έχουμε και σε δύο βίους του Πλουτάρχου, τον «Αριστείδη» και τον «Θεμιστοκλή».

Πεντηκονταετία 479-431 π.Χ.

Για την πεντηκονταετία 479-431 έχουμε ελάχιστες σύγχρονες ιστορικές πηγές, π.χ. τις «Ευμενίδες» (458 π.Χ.) του Αισχύλου, που εξυμνούν τον Άρειο Πάγο ως θεσμό. Μεταγενέστερες ιστορικές πηγές είναι η ιστορική αναδρομή που προτάσσει της περιγραφής του Πελοποννησιακού πολέμου ο Θουκυδίδης, καθώς και μία σύντομη ιστορική σύνθεση στον Διόδωρο Σικελιώτη. Επίσης οι βίοι «Κίμων» και «Περικλής» του Πλουτάρχου.

Πελοποννησιακός πόλεμος

Για την περίοδο του Πελοποννησιακού πολέμου, σύγχρονη πηγή αποτελεί το έργο του Θουκυδίδη του Ολόρου από τον Αλιμούντα (πέθανε περί το 400 π.Χ.), ο οποίος είναι ο δημιουργός της θεματικής ιστορίας και θεμελιωτής της ιστοριογραφία ως επιστήμης. Το έργο του αποτελείται από 8 βιβλία. Στο πρώτο κάνει μία αναδρομή στο ιστορικό παρελθόν του μινωικού και του μυκηναϊκού πολιτισμού, των οποίων κάνει μία γενική περιγραφή. Δεν ολοκλήρωσε το έργο του, το οποίο εξιστορεί τα γεγονότα μέχρι το χειμώνα του 411 π.Χ. Ήταν ο πρώτος που ακολούθησε μία χρονική αφήγηση των γεγονότων, η οποία στηρίζεται στη διαίρεση κάθε έτους σε θέρος, την περίοδο διεξαγωγής των πολεμικών επιχειρήσεων (Μάρτιος-Οκτώβριος), και χειμώνα. Στο έργο του περιλαμβάνει πολλές δημηγορίες και διαπραγματεύσεις. Το έργο του Θουκυδίδη συμπληρώνουν τα «Ελληνικά» του Ξενοφώντα Γρύλλου Ερχιέως, που γεννήθηκε περί το 430/425 π.Χ. και πέθανε στην Κόρινθο μετά το 355 π.Χ. και ο οποίος είχε λάβει φιλοσοφική μόρφωση ως μαθητής του Σωκράτη. Το 401 π.Χ. έλαβε μέρος στην εκστρατεία των Μυρίων και το 396 π.Χ. συνόδευσε το Σπαρτιάτη βασιλιά Αγησίλαο στη Μικρά Ασία και έπειτα στην Ελλάδα για να πολεμήσει εναντίον των Αθηνών στη μάχη της Κορώνειας.

Στις πηγές για τον Πελοποννησιακό πόλεμο συγκαταλέγονται και οι κωμωδίες του Αριστοφάνη και ένα ανώνυμο πολιτικό κείμενο με προπαγανδιστικό κατά της δημοκρατίας χαρακτήρα με τον τίτλο «Αθηναίων Πολιτεία», που αποδίδεται στον ψευδο-Ξενοφώντα. Ακόμη λόγοι ρητόρων, όπως ο Λυσίας, ο Ανδοκίδης, ο Αντιφών. Μεταγενέστερες πηγές είναι οι βίοι του Πλουτάρχου «Περικλής», «Νικίας», «Αλκιβιάδης» και «Λύσανδρος».

4ος αιώνας π.Χ.

Πηγές σύγχρονες για τον 4ο αιώνα είναι ο «Αγησίλαος», η «Κύρου Ανάβασις» (η εκστρατεία του Κύρου εναντίον του αδερφού του Αρταξέρξη Β΄) και τα «Ελληνικά» (411-394 π.Χ.), όλα βιβλία του Ξενοφώντα. Ακόμη, πολιτικοί λόγοι ρητόρων, όπως ο Λυσίας, ο Ισοκράτης, ο Δημοσθένης, ο Αισχίνης, που αναφέρονται στην εσωτερική και στην εξωτερική πολιτική κατάσταση. Ο Δημοσθένης (384-322 π.Χ.) ήταν φανατικός αντίπαλος του Φιλίππου Β΄ και υποστήριζε με σθένος τις θέσεις του, στους οξείς «Φιλιππικούς» και «Ολυνθιακούς» λόγους του.

Στις μεταγενέστερες πηγές ανήκει ο Διόδωρος Σικελιώτης, στα βιβλία 15-17, και οι βίοι του Πλουτάρχου «Πελοπίδας», «Λύσανδρος», «Δημοσθένης», «Αγησίλαος» και «Αρταξέρξης».

Η εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου

Αναφορικά με τον Μέγα Αλέξανδρο, είναι απορίας άξιο ότι δεν έχουν σωθεί έργα σύγχρονα για το πρόσωπό του, παρά μόνο λίγα αποσπάσματα από το έργο του Καλλισθένη «Πράξεις Αλεξάνδρου».

Μεταγενέστερες πηγές είναι το 17ο βιβλίο του Διόδωρου του Σικελιώτη, ο βίος του Πλουτάρχου «Αλέξανδρος», η «Αλεξάνδρου Ανάβασις» του Φλάβιου Αρριανού και η «Επιτομή από τις ιστορίες του Πομπήιου Τρόγου» του Ρωμαίου ιστορικού Ιουστίνου. Ο Πλούταρχος και ο Αρριανός αντλούν πληροφορίες από την καταγραφή των γεγονότων κατά την εκστρατεία, τις λεγόμενες «εφημερίδες», οι οποίες δε σώθηκαν και με τις οποίες ήταν πιθανόν επιφορτισμένοι ο Ευμένης από την Καρδία και ο Διόδοτος από την Ερυθραία. Παραδείγματος χάρη, η αφήγηση του θανάτου του Αλεξάνδρου από τον Πλούταρχο πιθανότατα βασίζεται στις εφημερίδες. Επίσης, σημαντικότατες πηγές, όπως τα έργα του Κλειτάρχου και του Τιμαγένη, έχουν χαθεί, αν και σε αυτά βασίστηκαν πιθανότατα όλοι οι ιστορικοί της ρωμαϊκής εποχής.

Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Αλέξανδρος ήταν ένας μύθος εν ζωή. Υπήρχαν λαϊκές παραδόσεις γι’ αυτόν τις οποίες μας παραδίδει ο Διόδωρος, ενώ στο τέλος του 3ου π.Χ. αιώνα έχουμε τη συγγραφή του έργου «Μυθιστόρημα του Αλεξάνδρου» του ψευδο-Καλλισθένη.

 

Πηγή: el.wikipedia.org